Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

Το Πνεύμα των Χριστουγέννων.


Οι επανειλημμένες  πρόβες είχαν εξαντλήσει και αυτήν και το σκυλί. Είχαν πέσει σε μια πολυθρόνα η κάθε μία, χωρίς ίχνος διάθεσης για την παραμικρή κίνηση. 
«Σήμερα θα κάνουμε αφωνία», της είπε «και από αύριο θα αρχίσουμε τις τελικές πρόβες. Έτσι μωρό μου;»  Δεν πρόλαβε να τελειώσει την φράση της και ένας σφάχτης στην δεξιά ωμοπλάτη την έκανε να διπλωθεί στα δύο βγάζοντας μια δυνατή στριγκλιά. Η Αστραπή τρόμαξε και έτρεξε κατευθείαν δίπλα στην κυρά της να δει τι συμβαίνει.  
Η δικιά μας πάλι δεν μπορούσε να δει μπροστά της από τον πόνο. Δυνατές σουβλιές την τρυπούσαν και την έκαναν να κουλουριάζεται, ενώ τα μάτια της θόλωσαν από δάκρυα. Προσπάθησε να βρει μια βολική θέση για το σώμα της και να κάνει μασαζάκι με το χέρι στην περιοχή από την οποία αισθάνθηκε την σουβλιά.  Θεέ μου τι πόνος!
Η επόμενη μέρα την βρήκε να σφαδάζει. Δεν είχε καταφέρει να κλείσει μάτι όλο το βράδυ γιατί στριφογυρνούσε σαν το φίδι στο κρεβάτι της, μουγκρίζοντας. Τις πρώτες πρωινές ώρες σηκώθηκε από το κρεβάτι μην αντέχοντας τον πόνο, έφτιαξε καφέ και άρχισε να καπνίζει αρειμανίως.  Προσπάθησε ψηλαφώντας την περιοχή να καταλάβει τι της συμβαίνει. Πονούσε κόκκαλο ή μυς; Τι περίεργος πόνος ήταν αυτός; Μήπως ζορίστηκε με κάποια κίνηση ή στρίμωγμα; Μήπως η «καταπιεσμένη σφαλιάρα» που ΔΕΝ έδωσε σε κάποιον, σωματοποιήθηκε και της δημιουργεί αυτή τη κατάσταση τώρα; Ξέρεις, κάποιες φορές μια εσωτερική κίνηση που δεν την εκτονώσαμε, σωματοποιείται και δημιουργεί ως και αναπηρία, σου λέει ο άλλος. Ακόμα και ένα μπινελίκι που μπορεί να χρειαζόταν να ρίξουμε σε κάποιον και λόγω καλής ανατροφής ή αναπτυγμένης αυτοσυγκράτησης, δεν το ρίξαμε (καλώς ή κακώς), μπορεί να μας δημιουργήσει ένα ψυχοσωματικό πρόβλημα, σου ξανα-ματα-λέει! 
Φαντάστηκε τον εαυτό της σαν παρουσιάστρια –ψυχολογικό σύμβουλο κάποιας από τις κουτσομπολίστικες εκπομπές (που αποτελούν τον κύριο κορμό του προγράμματος στα κανάλια), να λέει:
«Γι αυτό φίλες μου προσοχή! Να το εκτονώνετε το μπινελίκι σας κορίτσια, όταν σας έρχεται. Να την ρίχνετε την σφαλιάρα σε όποιον καραγκιόζη σας παρακολλάει με μπουρδολογίες.  Και να μην τα κρατάτε μέσα σας!  Οι καιροί είναι δύσκολοι κορίτσια. ΚΑΙ αγόρια!»  Κατάφερε να ξεχαστεί έτσι λίγο με τη σκέψη της  παράστασης,  καθώς μιλούσε με στόμφο κουνώντας επιβλητικά τα χέρια της και έδινε στο πρόσωπό της τις ανάλογες εκφράσεις.
Με τα μάτια τούμπανο από την αϋπνία και το κλάμα, έκανε την καρδιά της πέτρα και μάζεψε όλο της το κουράγιο, για να πεταχτεί μέχρι το φαρμακείο. Απέφευγε να παίρνει φάρμακα και το να τρώει χάπια ή να πίνει σορόπια με την παραμικρή αφορμή, δεν την εύρισκε καθόλου σύμφωνη. Ήταν υπέρ της χρήσης των βοτάνων και της αποκατάστασης των σωματικών δυσλειτουργιών, με τα προϊόντα που η φύση παρέχει στον άνθρωπο. Ο κόσμος των φυτών με τις ιδιότητες που το καθένα κουβαλάει και οι θεραπευτικές δυνατότητές τους, την μάγευε. Πίστευε πως όταν τροφοδοτείς τον οργανισμό με φάρμακα για να καταπολεμήσεις κάποιο σύμπτωμα, έχεις μεγάλες πιθανότητες να τροφοδοτείς παράλληλα με τοξίνες ή επιβάρυνση, ένα άλλο όργανο του σώματος. Διακινδυνεύεις δηλαδή έτσι, να διορθώνεις ένα πρόβλημα δημιουργώντας ένα άλλο. 
Μετά την ταλαιπωρία που πέρασε όμως όλο το βράδυ και τον πόνο να την βασανίζει ανελέητα την επόμενη μέρα, αποφάσισε ότι έπρεπε οπωσδήποτε να πάρει κάποιο αναλγητικό.  Δεν μπορούσε να κουνήσει το κεφάλι, ούτε το χέρι της ελεύθερα και όλη αυτή η σωματική δυσκαμψία την έκανε να περπατάει σαν ρομπότ. Για να καθίσει έπρεπε να κάνει ειδική ιεροτελεστία και για να ξαπλώσει ακόμα περισσότερο. Δεν έβρισκε ηρεμία σε κανένα σημείο και χρειαζόταν να αλλάζει θέση κάθε λεπτό, βογκώντας συνέχεια.  Ο πόνος σου λέει ο άλλος, έρχεται στο σώμα μας για να μας προειδοποιήσει για κάτι.  Είναι κάποιο καμπανάκι ενημέρωσης και προειδοποίησης, κι όχι τιμωρία και βασανιστήριο.  Δεν μπορεί! Αυτοί που τα λένε και τα γράφουνε αυτά τα πράγματα, δεν μπορεί να λένε μπούρδες. Κάτι θα ξέρουν!
Σε κάτι τέτοιες στιγμές, η Αστραπή την εκνεύριζε υπερβολικά όταν ήθελε χάδια, αγάπες και αγκαλιές!
~~~~***~~~~***~~~~***~~~~
- Ποιος πο@@@ης  με καταράστηκεεεε;;; ούρλιαζε βηματίζοντας νευρικά γύρω γύρω, με την φωνή βαριά και παραλλαγμένη από την αϋπνία και τον πόνο.  Η δικιά μας βλέπεις, ήταν για τρίτη μέρα σκεβρωμένη και οι αφόρητοι πόνοι με τα συνεχή βογγητά, την είχαν μεταμορφώσει σε ένα κινούμενο ράκος.
Κάποιοι την είχαν περάσει για τρελή και κάποιοι άλλοι νόμισαν ότι αστειεύεται, όταν στις αρχές του μήνα τους είπε πως θα βγει να πει τα κάλαντα με το σκυλί. Εμείς οι φίλοι της ξέραμε καλά, ότι αν βάλει κάτι στο μυαλό της μόνο «ανωτέρα βία» μπορούσε να αλλάξει το σχέδιο.  
Αγόρασε της Αστραπής ένα μικρό μεταλλικό τρίγωνο και προσπαθούσε με τις ώρες να την μάθει να στέκεται στα δύο πίσω πόδια,  ενώ είχε στερεωμένο το τρίγωνο στο ένα μπροστινό ποδαράκι και στο άλλο το  σιδεράκι με το οποίο θα το χτυπούσε.  Ατέλειωτες ώρες προπόνησης, με διάφορους τρόπους καλοπιάσματος. Τι μπισκοτάκια από αυτά που της άρεσαν της είχε αγοράσει, τι χάδια, φιλιά, σορόπια και μέλια την τάιζε σε κάθε της επιτυχημένη προσπάθεια… Μετά έπρεπε να συντονίσει και το … φωνητικό μέρος.  Να μάθει στο σκυλί να λέει τα κάλαντα μαζί της! Γιατί; Οι άλλοι που τα έχουνε γυρίσει σε βίντεο είναι καλύτεροι δηλαδή; Ή μήπως τα σκυλιά τα δικά τους είναι πιο ταλαντούχα;  Δεν την ονόμασε τυχαία «Αστραπή»!
Η Αστραπή ήταν μια πανέμορφη και πανέξυπνη σκυλίτσα , πάντα παρούσα σε κάθε ήχο που παρέπεμπε σε φαγητό. Τα δυο υπέροχα λαμπερά ματάκια της άστραφταν καθώς σε κοιτούσε και είχες την εντύπωση πως σου μιλούσε με αυτά. Γουργουρίζανε παρέα και οι δύο, τις ώρες που την κρατούσε στην αγκαλιά της, σαν να συνομιλούν.
 «Το κοριτσάκι μου, μαθαίνει να μιλάει. Τώρα λέμε φθόγγους και σε λίγο θα λέμε και λεξούλες», σαχλαμπούχλιζε σαν την χαζομαμά που καμαρώνει το βλαστάρι της, καθώς μπουσουλάει και μαθαίνει να λέει κουβεντούλες μια προς μια.
Την έστηνε στον καναπέ και την φωτογράφιζε και η Αστραπή σαν να το απολάμβανε, έπαιρνε τη μια πόζα μετά την άλλη καμαρώνοντας. Έφτασε η μέρα που της αγόρασε και το καπέλο του Αη Βασίλη, αφού τα κερατάκια με τα κουδουνάκια που είχε σκεφτεί να της φορέσει, δεν τα βρήκε εύκαιρα μπροστά της.
Η μια πρόβα, μετά την άλλη:
«Καλήν ημέρα άρχοντες…» η δικιά μας,   «αου αου ουου…» συνόδευε με χαιδευτικό μουρμούρισμα η Αστραπή.
«Αν ει…» έλεγε η μια,  «γαουουου….»   συνέχιζε η άλλη από δίπλα.
«Όοοχι ‘ουου’ εδώ μωρό μου, εδώ βγάλε μου κάποιο ήχο με ‘ιιιι’  μέσα»  την διόρθωνε. «Πάμε από την αρχή!».
Μετά την επανάληψη, συνέχιζαν στην επόμενη φράση:
«Αν είναι ορισμός σας» έλεγε η δικιά μας, «γαβ γουου  ουααααααααα»   σιγοντάριζε και η Αστραπή.  Μιλάμε για τέτοια κατάσταση δηλαδή!
        ~~   *****  ~~~~~~        ~~~~~~*****~~

Προπαραμονή Χριστουγέννων προ των πυλών και οι πρόβες ανήκαν πια στο παρελθόν. Έψαχνε να βρει τρόπους να μαλακώσει τους πόνους, αφού χάπια, αλοιφές, θερμοφόρες, μασάζ και κάθε προσπάθειά της, είχε μόνο πολύ πρόσκαιρο αποτέλεσμα.  Απ την άλλη, έκανε απεγνωσμένη προσπάθεια να επικοινωνήσει με αυτόν τον αγγελιοφόρο και να δει τι θέλει να της πει. Αν δεχτούμε ότι ο πόνος έρχεται να μας προειδοποιήσει για κάτι, δεν έπρεπε να μάθει τι θέλουν να της πουν οι δικοί της πόνοι;
Τις ημέρες αυτές, είχε πλαντάξει στο κλάμα. Θες γιατί οι πόνοι δεν την άφηναν σε χλωρό κλαρί και την έκαναν να ουρλιάζει κάποιες στιγμές (εκτός του ότι δεν την άφηναν να κοιμηθεί σαν άνθρωπος), θες γιατί είχε γίνει ιδιαίτερα ευσυγκίνητη (λόγω των ημερών;), θες γιατί οι ταινίες που παρακολουθούσε στο dvd είχαν συγκινητικά στοιχεία (ή νόμιζε ότι είχαν;), τα μάτια της ήταν συνέχεια υγρά και πρησμένα.
Ίσως όλη αυτή η κατάσταση πυροδότησε και τα όνειρα που ερχόντουσαν να την επισκεφτούν τις ελάχιστες ώρες που κατόρθωνε να αφεθεί στις αγκάλες του Μορφέα.
Ένα πανύψηλο μακρόστενο πλάσμα με λεπτά μακριά πόδια και χέρια που κατέληγαν σε γαμψά μαύρα νύχια, ήρθε σε κάποια στιγμή να κολλήσει το πρόσωπό του στη μούρη της, κάνοντάς την να πεταχτεί απάνω στριγκλίζοντας. Ας το καλό. Μια στιγμή κατάφερε να κλείσει τα ρημάδια τα μάτια της και την ξύπνησε αυτός ο αναθεματισμένος εφιάλτης.
«Τι στριγκλίζεις και συ κυρά μου; Σε πείραξε το… το… το πλάσμα;;; Μπορεί να ήταν σιχαμένο με αυτά τα απαίσια μεγάλα δόντια πάνω στο σκελετωμένο κρανίο που έσταζε ένα γλοιώδες υγρό και βρώμαγε, αλλά δεν σε άγγιξε καν!», έκανε την παρατήρηση στον εαυτό της.  «Άμα είσαι τόσο ελαφροΐσκιωτη, φυσικό είναι να μην μπορέσεις να κοιμηθείς ανθρώπινα και να ξεκουράσεις το ταλαιπωρημένο σου κορμί», κατέληξε, πάντα μιλώντας στον εαυτό της.
Λίγη ώρα αργότερα μια άλλη κοντόχοντρη μορφή που είχε ένα σατανικό χαμόγελο, δυο τεράστια τρομαχτικά μάτια και κρατούσε μια μεγάλη ψαλίδα στα σκελετωμένα της χέρια, έκανε την εμφάνισή του, φωνάζοντας επιτακτικά με βροντερή φωνή:
«Δεεεε μου λες: έχεις θεωρήσει μπλοκ αποδείξεων για να βγεις να πεις τα κάλαντα; Σιχαμερό σκουλήκι, αμετανόητη φοροφυγού, αποδιοπομπαία τράγα της Ευρώπης!  Θα πάρεις λεφτά χωρίς να τα δηλώσεις στην εφορία; Αυτός είναι ο σκοπός σου λοιπόν; Να εισπράξεις «μαύρα» ευρώπουλα συμβάλλοντας στην καταστροφή της χώρας σου, μωρή παλιογαλότσα;;;
Όσο κι αν ήθελε να αντιδράσει, ήταν τόσο τρομαχτική η μορφή που την «έλουζε», ώστε δεν κατάφερε να βγάλει άχνα. Όχι ότι δεν είχε να αντικρούσει τις ανυπόστατες κατηγορίες… Αλλά είχε μείνει σαν την γυναίκα του Λωτ, την ώρα που παρακολουθούσε τα Σόδομα να καίγονται. Στήλη άλατος δηλαδή!
Η εξαϋλωμένη μορφή, συνέχιζε να κινείται απειλητικά προς το μέρος της, ενώ από το στόμα της έβγαιναν αφροί καθώς ούρλιαζε μανιασμένα:
«Όχι Μέρκελ και Σαρκοζί, Χίτλερ και σούβλα σας χρειάζεται παλιοτσογλάνια! Που δεν χάνετε ευκαιρία να κλέψετε.  Που να σε πιάσει το ΣΔΟΕ και να σε βάλει να πληρώσεις, όσα δεν έχουν καταβάλει όοοολοι οι άλλοι που κατέκλεψαν αυτή τη χώρα. Παλιομπετούγια! Κάποιος πρέπει να πληρώσει επιτέλους.» Καταριότανε αφρίζοντας, ενώ ανοιγόκλεινε την ψαλίδα με θόρυβο, πλησιάζοντάς την στο κεφάλι της δικιάς μας.
Πάνω που της δημιουργούταν η αίσθηση ότι αυτή η μορφή αντιπροσώπευε τον πόνο που είχε στον αγκώνα της, εμφανίστηκε και η άλλη τρομαχτική μορφή (η μακρόστενη), που την έκανε να σκεφτεί ότι αντιπροσώπευε τον πόνο της ωμοπλάτης. Της την πέφτει από την άλλη πλευρά καθώς με συριστή φωνή, που έκανε την δικιά μας να ανατριχιάζει και να παγώνει ακόμα περισσότερο, επαναλάμβανε την ίδια πάντα φράση:
«Θα βγάλεις στη γύρα το ανήλικο ζώο για να το εκμεταλλευτείς; Χι χι χι…  Εδώ κουκλίτσα μου απαγορεύτηκαν τα ζώα στο τσίρκο, εσύ θα βγάλεις το δικό σου στο κουρμπέτι;;; Σαν το χταπόδι να σε χτυπήσουν κάτω, παλιοτσατσά! Χι χι χι…» Τα χοντροκομμένα γαμψά μαύρα νύχια περνούσαν ξώφαλτσα από τα μούτρα της, καθώς η σιχαμερή μορφή αφηνιασμένη χειρονομούσε ακατάπαυστα.
«Θα βγάλεις στη γύρα το ανήλικο ζώο για να το εκμεταλλευτείς; Χι χι χι… Σαν το χταπόδι να σε χτυπήσουν κάτω, παλιοτσατσά!»
Στριφογύριζε πάνω στο μαξιλάρι σαν την σβούρα, έχοντας κάνει τα σκεπάσματα κουβάρι γύρω της.
«Να σε πιάσει το ΣΔΟΕ» έλεγε η μια φωνή από την μια, απειλώντας με την ψαλίδα.
«Να σε χτυπήσουν κάτω σαν χταπόδι» σύριζε η άλλη.
«Χωρίς αποδείξεις ε;;; παλιογαλότσα», «Θα εκμεταλλευτείς το ανήλικο ζώο, ε;;; τσατσά!», «Κάτι τέτοιες σαν και σένα έχουν ρίξει έξω την εθνική οικονομία», «Κρέμασμα θέλεις…»!!!
Δεν ήταν βράδυ αυτό που πέρασε. Η νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου ήτανε. Ούτε ο Εμπενίζερ Σκρούτζ δεν είχε περάσει τέτοια νύχτα κι ας έγινε παραμύθι!
Πετάχτηκε απάνω τρομαγμένη και μουσκίδι στον ιδρώτα. Συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που την επισκέπτονταν αυτές οι μορφές και δεν ήταν η πρώτη νύχτα που ταλαιπωρούταν με αυτόν τον τρόπο. Ζητούσε όλες αυτές τις μέρες που είχανε κατσικωθεί πάνω της αυτοί οι πόνοι, να καταλάβει το λόγο της επίσκεψής τους.  

Υπήρχε λες περίπτωση να ήταν αυτός;
Να την αποτρέψει από πολλαπλή παραβατική συμπεριφορά, γιορτιάρες μέρες;





Δεν υπάρχουν σχόλια: